δεκατηλόγιο

δεκατηλόγιο
το (Α δεκατηλόγιον) [δεκατηλόγος]
το δεκατευτήριον
νεοελλ.
βιβλίο στο οποίο καταγράφεται ο φόρος τής δεκάτης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”